Αναρχικοί

Η κοινή γνώμη παρακολουθεί αμήχανη τα γεγονότα στους πανεπιστημιακούς χώρους της πρωτεύουσας και της συμπρωτεύουσας. Όσοι δεν έχουν παιδιά που σπουδάζουν εκεί μετά από κάποια σχόλια απαρέσκειας, κατά κανόνα, στρέφουν την προσοχή τους στις αποχαυνωτικές εκπομπές των ιδιωτικών τηλεοπτικών σταθμών.
Οι άλλοι όμως με φανερή την αγωνία για τα συμβαίνοντα αγανακτούν και ζητούν τη λήψη μέτρων, ώστε να τερματιστούν επί τέλους τα έκτροπα. Οι συζητήσεις όμως στα τηλεοπτικά «παράθυρα» ελάχιστα έως διόλου διαφωτιστικές είναι για τα συμβαίνοντα. Οι πάντες δείχνουν με τη στάση τους ότι δεν έχουν αντιληφθεί που πορεύεται η εκπαίδευση στη χώρα μας!
Οι λεγόμενοι «αναρχικοί», αυτοί οι αποκαλούμενοι και γνωστοί άγνωστοι, αναστατώνουν κάθε λίγο και λιγάκι τους πανεπιστημιακούς χώρους αλλά και τους πέριξ αυτών, καταστρέφουν περιουσιακά στοιχεία που ανήκουν στον λαό ή σε ιδιώτες, προβαίνουν σε εξύβριση συμβόλων, εθνικών ή θρησκευτικών, επιτίθενται κατά αστυνομικών με εμπρηστικούς μηχανισμούς και, τελικά, παραμένουν ασύλληπτοι. Ως λόγος εκ μέρους πάντων προβάλλεται το περιβόητο πανεπιστημιακό άσυλο!
Τα κόμματα, τα οποία εκ περιτροπής ασκούν την εξουσία, προβάλλουν το «άσυλο» ως άλλοθι. Στον τομέα αυτόν ο σεβασμός της ελευθερίας διατρανώνεται κατά τρόπο πανηγυρικό. Είναι βέβαιοι ότι δεν πρόκειται να δεχθούν τα πυρά της ελάσσονος αντιπολίτευσης (Για τη μείζονα δεν έχει νόημα να γράψουμε διότι οι θέσεις της μεταβάλλονται άρδην μόλις επανέλθει στην εξουσία).
Πολύς ο λόγος για ελευθερία και ανεξαρτησία, ιδιαίτερα στις ημέρες μας που τα πάντα απειλούνται με κατάρρευση. Λόγος περί ελευθερίας σε μια χώρα, η οποία έχει παραχωρήσει εδαφική της έκταση σε ισχυρή δύναμη, την οποία αυτή διαχειρίζεται ανεξέλεγκτα. Η πρόσφατη αναφορά στην εξυπηρέτηση που παρέχουν πολλές ευρωπαϊκές χώρες στις ΗΠΑ για τη σύλληψη υπόπτων, αεροπορική μεταφορά, προσωρινή κράτηση και μεταφορά τελικά σε αμερικανικό έδαφος με κατάληξη πιθανόν το Γκουαντάναμο ελάχιστα μας απασχόλησε. Η συνεχής υποχώρηση στα εθνικά μας θέματα με αντάλλαγμα την εξασφάλιση αναξιοπρεπούς ειρήνης φαντάζει ως σύγχρονο ιδανικό. Η εκποίηση του πλούτου της χώρας και σημαντικού μέρους της εξουσίας στο αδηφάγο ιδιωτικό κεφάλαιο προβάλλεται ως έξυπνη κίνηση υπό τις παρούσες διεθνώς οικονομικές συγκυρίες. Η κοινωνική κατάρρευση μέσα από την πολεμική κατά της οικογένειας, τον εκμαυλισμό των συνειδήσεων, την καταναλωτική αποχαύνωση ή την συρρίκνωση του εισοδήματος μας αφήνουν απαθείς. Και απόμεινε, (πιστεύουμε; πιστεύουν;) κάποιος χώρος «αμόλυντος» από τις μικρότητες μας, ένας «φάρος τηλαυγής», μια «όαση στην κοινωνική έρημο» και αυτός είναι το Πανεπιστήμιο! Εκεί διατηρείται αλώβητο το δικαίωμα της ελεύθερης σκέψης και έκφρασης. Το βλέπουμε όταν το πανεπιστημιακό κατεστημένο καλείται στα παράθυρα για να δικαιώσει «επιστημονικά» τον ενδοτισμό των ασκούντων την εξουσία στα εθνικά θέματα, να ερμηνεύσει πάλι «επιστημονικά» τις σύγχρονες εξελίξεις στον χώρο της οικονομίας, να εξηγήσει την κοινωνική κατάρρευση με βάση τα σύγχρονα «επιστημονικά» πορίσματα της ψυχολογίας, της κοινωνιολογίας και της αρτιγέννητης «επιστήμης» της επικοινωνιολογίας, την οποία φαίνεται να συμβουλεύεται ακόμη και ο αρχιεπίσκοπος! Τα παιδιά μας, εξαντλημένα από την υπερένταση προς επαρκή ετοιμασία για τις εισαγωγικές εξετάσεις, θεωρούν στη συνέχεια το Πανεπιστήμιο ως χώρο και χρόνο διακοπών, με την ανοχή Πολιτείας και διδασκόντων (αυτοί μάλιστα ευνοούνται ιδιαίτερα, διότι το διδακτικό έργο δεν είναι και το προσοδοφόρο). Η ελάσσων αντιπολίτευση έχοντας ηττηθεί κατά κράτος όχι μόνο πολιτικά αλλά και ιδεολογικά (δεν ελέγχει πλέον τα πανεπιστήμια) αισθάνεται την ανάγκη να στηρίζει το άσυλο και μέσω αυτού τους «αναρχικούς» που δεν φαίνονται να τρέφουν μεγαλύτερη συμπάθεια σ’ αυτήν απ’ ότι στα κόμματα εξουσίας, με την τραγικά εσφαλμένη αντίληψη, ότι προασπίζεται το τελευταίο ίσως προπύργιό της. Οι «αναρχικοί» καταστρέφουν, οι κρατούντες βρίσκουν στις ενέργειές τους πρώτης τάξεως ευκαιρία για την ένταση της αστυνόμευσής μας, κατ’ εντολή των «σταυροφόρων» κατά της τρομοκρατίας, και οι «φιλήσυχοι» πολίτες της κοινωνικής αφασίας σπεύδουν, στην πλειονοψηφία τους, να επιδοκιμάσουν τους όποιους επί πλέον περιορισμούς της ελευθερίας, προκειμένου να καταστεί δυνατή η πάταξη των ταραξιών.
Αλλά ποιοι είναι αυτοί οι «αναρχικοί»; Παιδιά της κοινωνίας που μόλις αναλύσαμε είναι. Παιδιά που γεύθηκαν ίσως την κοινωνική ταπείνωση και κατέληξαν να μισήσουν την κοινωνία. Άλλα μπορεί να είναι παιδιά οικογενειών με κοινωνικά επιφάνεια που αηδίασαν από την υποκρισία του οικογενειακού και ευρυτέρου περιβάλλοντος τους. Τέλος κάποιοι μπορεί να είναι «βαλτοί». Το σιγοψιθυρίζουμε χωρίς να τολμούμε να προχωρήσουμε στην ανάλυση του ποιοι τους βάζουν και γιατί; Κατά καιρούς βέβαια δημοσιεύονται κείμενα για την διεθνή δράση πρακτόρων και τους σκοπούς που αυτοί εξυπηρετούν. Οι Άγγλοι για να κατασκοπεύουν την Ελλάδα στην εποχή του μεσοπολέμου είχαν στείλει πράκτορά τους με το σχήμα ιερέα! Ακόμη και η υπόθεση «17 Νοέμβρη» δεν έχει διαλευκανθεί πλήρως, όπως κάποιοι από μας πιστεύουμε. Δεν τολμούμε όμως να ανιχνεύσουμε το ρόλο του ξένου παράγοντα στα δρώμενα στη χώρα μας.
Αυτά τα παιδιά μίσησαν πάντως τόσο την πατρίδα τους όσο και την πίστη του λαού τους. Καίνε σημαίες, αμαυρώνουν εικόνες ή γράφουν επάνω σ’ αυτές συνθήματα. Και αυτά επειδή ταύτισαν την πατρίδα και τη σημαία, το κατ’ εξοχήν σύμβολό της, μ’ εκείνους που την ξεπουλούν «δια μιάν δολεράν καλημέραν των πρέσβεγων», όπως γράφει και ο Μακρυγιάννης. Ταύτισαν ακόμη τον Χριστό μ’ εκείνους που τιμώνται με τιμές στρατηγού από τους πολιτικά κρατούντες και παρακολουθούν απαθώς την πολεμική κατά της Εκκλησίας, επειδή δεν διώκονται οι ίδιοι! Θα περάσουν τα χρόνια. Οι περισσότεροι από τους «αναρχικούς» θα παραμείνουν άγνωστοι και θα διατηρήσουν το μίσος κατά της κοινωνίας άσβεστο. Κάποιοι θα αισθανθούν το σφάλμα τους να ταυτίσουν το προσβαλλόμενο με τους προσβάλλοντες. Και οι νέοι της επόμενης γενιάς ίσως τους συναντήσουν στο ΄Αγιον Όρος ως μοναχούς. Κάποιοι άλλοι θα συνειδητοποιήσουν ότι όλα αυτά υπήρξαν νεανική «τρέλλα». Θα επιστρέψουν στην κοινωνική τους τάξη και θα καταξιωθούν, όπως και κάποιοι άλλοι του παρισινού Μάη του 68 (να μην αναφέρουμε ονόματα). Ένας δύο, τέλος, θα γράψουν τα απομνημονεύματά τους, ίδια και απαράλλακτα με εκείνα άλλων που προηγήθηκαν: Ποιοι τους είπαν, τι τους είπαν να κάνουν. Αλλά τότε θα εκδίδονται ακόμη βιβλία; Και αν εκδίδονται, ποιος θα τα διαβάζει; Θα έχουμε προχωρήσει πολύ προς την ελευθερία μας!
Απόστολος Παπαδημητρίου

< Προηγούμενο | Επόμενο > |
---|